Κυριακή 3 Ιουνίου 2012

Widgets

Σαλβαδόρ Αλιέντε (1908-1973): Το πορτρέτο ενός ηγέτη

Αναδημοσίευση

«Ζήτω η Χιλή!
Ζήτω ο Λαός!
Ζήτω οι εργάτες!
Αυτά είναι τα τελευταία μου λόγια. Είμαι σίγουρος πως η θυσία μου δεν είναι μάταια.»

Σαλβαδόρ Αλιέντε

Σαντιάγο, Χιλή, 11 Σεπτεμβρίου 1973, ώρα 9.10 π.μ. Στις εγκαταστάσεις του Ράδιο Μαγκαγιάνες, του επίσημου ραδιοφώνου του Κομουνιστικού κόμματος της Χιλής, επικρατεί βουβαμάρα. Λίγη ώρα πριν, οι δυνάμεις του πραξικοπηματία Πινοτσέτ έχουν βομβαρδίσει τις κεραίες του σταθμού, στα πλαίσια της «Επιχείρησης Σιωπή» (Operacion silencio). Παρόλα αυτά τα μηχανήματα συνεχίζουν να εκπέμπουν.

Μπροστά στο μικρόφωνο βρίσκεται ο πρόεδρος της Χιλιανής Δημοκρατίας, Δρ. Σαλβαδόρ Αλιέντε, έτοιμος να μιλήσει για τελευταία φορά στους πολίτες της χώρας. Τα λόγια δε βγαίνουν από το στόμα, πηγάζουν κατευθείαν από την καρδιά του αγωνιστή, του ειρηνιστή μαρξιστή, του ανθρώπου που οραματίστηκε την αναίμακτη επανάσταση και που πλήρωσε τη δέσμευσή του απέναντι στο λαό και τα πιστεύω του με την ίδια του τη ζωή:

«Ίσως αυτή είναι η τελευταία μου ευκαιρία να σας μιλήσω. Η Αεροπορία βομβάρδισε τους πύργους αναμετάδοσης του Ράδιο Πορτάλες και του Ράδιο Κορπορασιόν. Τα λόγια μου δεν εκφράζουν πικρία αλλά απογοήτευση. Ας αποτελέσουν την ηθική καταδίκη για αυτούς που καταπάτησαν τον όρκο τους. Είναι στρατιώτες της Χιλής. Ο Ναύαρχος Μερίνο, αυτοδιορισμένος Διοικητής των Ενόπλων Δυνάμεων και ο κύριος Μεντόζα, αυτοδιορισμένος Γενικός Διευθυντής της Αστυνομίας, ένας κόλακας, ο οποίος μέχρι χθες υποκρινόταν πίστη και αφοσίωση στην κυβέρνηση. Αντιμετωπίζοντας αυτά τα γεγονότα, δηλώνω στους εργάτες: Δεν θα παραιτηθώ! Είναι μια ιστορική στιγμή και θα πληρώσω με τη ζωή μου για την αφοσίωση του λαού μου. Είμαι βέβαιος, πως οι σπόροι που φυτεύτηκαν στις άξιες συνειδήσεις εκατομμυρίων Χιλιανών, θα καρπίσουν. Αυτοί έχουν την εξουσία, αυτοί είναι οι κατακτητές. Όμως ούτε το έγκλημα, ούτε η βία μπορούν να διακόψουν την κοινωνική εξέλιξη.

Η Ιστορία είναι δική μας, η Ιστορία γράφεται απ' τους λαούς. Εργάτες της πατρίδας μου, επιθυμώ να σας ευχαριστήσω για την διαρκή σας αφοσίωση, για την εμπιστοσύνη σας σε έναν άνθρωπο που απλώς εξέφρασε την μακρόχρονη αναμονή σας για δικαιοσύνη. Που υποσχέθηκε να τηρεί το Σύνταγμα και τους Νόμους και έτσι έπραξε. Αυτή την καθοριστική στιγμή, με αυτά τα τελευταία μου λόγια, σας καλώ να διδαχθείτε από αυτό το μάθημα: Το ξένο κεφάλαιο, η ιμπεριαλιστική εξουσία, μαζί με την ντόπια αντίδραση, καλλιέργησαν το κατάλληλο κλίμα που επέτρεψε στις Ένοπλες Δυνάμεις να διαρρήξουν την παράδοση που δίδαξε ο Στρατηγός Σνάιντερ και συνέχισε ο Διοικητής Αράγια, θύματα κι οι δυο του ίδιου τμήματος της κοινωνίας που σήμερα περιμένει την ξένη χείρα βοηθείας να το οδηγήσει στην εξουσία και στην υπεράσπιση του πλούτου και των προνομίων του.

Απευθύνομαι ξεχωριστά, στις ταπεινές γυναίκες της πατρίδας μας, στους αγρότες που μας πίστεψαν. Στους εργάτες που δούλεψαν παραπάνω, στις μητέρες που αισθάνθηκαν το ενδιαφέρον μας για τα παιδιά τους. Στους επαγγελματίες πατριώτες, αυτούς που παρανομούσαν με την υποστήριξη των επαγγελματικών ενώσεων, των ταξικών ενώσεων, για να επωφεληθούν από τα προνόμια που παρέχει η καπιταλιστική κοινωνία. Απευθύνομαι στους νέους της Χιλής, σ' αυτούς που τραγουδούσαν, που μετέφεραν την χαρά τους και το αγωνιστικό πνεύμα. Μιλάω στους ανθρώπους, στους εργάτες, στους αγρότες, στους διανοούμενους. Σ' αυτούς που πρόκειται να διωχθούν, γιατί ο φασισμός εδώ και λίγες ώρες είναι παρών, με τρομοκρατικές επιθέσεις, ανατινάζοντας γέφυρες, κόβοντας τις σιδηροδρομικές γραμμές, καταστρέφοντας αγωγούς πετρελαίου και αερίου, μπροστά στα μάτια αυτών που είχαν το καθήκον να επέμβουν, αλλά αποδείχθηκαν συνεργοί σιωπώντας.

Η ιστορία θα τους κρίνει. Ο Ραδιοσταθμός του Ράδιο Μαγκαγιάνες θα σιγήσει, η ήρεμη φωνή μου δεν θα φτάνει στ' αυτιά σας. Δεν πειράζει, θα εξακολουθείτε να μ' ακούτε, θα εξακολουθώ να βρίσκομαι κοντά σας, τουλάχιστον η ανάμνησή μου. Θα με θυμάστε ως έναν άξιο άνδρα, αφοσιωμένο στο έθνος του. Ο λαός πρέπει να αμυνθεί, όχι να θυσιαστεί. Να αρνηθεί την υποταγή, την ταπείνωση, την απώλεια των ηθικών αξιών. Εργάτες της πατρίδας μου. Πιστεύω στη Χιλή και το πεπρωμένο της. Ότι θα ξεπεράσουμε αυτές τις πικρές, γκρίζες ώρες της προδοσίας. Ότι όπως γνωρίζετε, αργά ή γρήγορα οι μεγάλες λεωφόροι θα ξανανοίξουν και ο ελεύθερος άνθρωπος θα τις διαβεί για να χτίσει μια καλύτερη κοινωνία.

Ζήτω η Χιλή!
Ζήτω ο Λαός!
Ζήτω οι εργάτες!
Αυτά είναι τα τελευταία μου λόγια.
Είμαι σίγουρος πως η θυσία μου δεν είναι μάταια.
Έχω την βεβαιότητα, πως θα αποτελέσει τουλάχιστον ένα ηθικό μάθημα για την καταδίκη των κακούργων, των προδοτών, των επίορκων»

Λίγες ώρες πριν είχε εκδηλωθεί το πραξικόπημα του Πινοτσέτ. Δυνάμεις του κατέλαβαν το βασικό λιμάνι της χώρας και βομβάρδισαν ραδιοφωνικούς σταθμούς. Λίγοι οπλισμένοι εργάτες της Λαϊκής Ενότητας αντιστάθηκαν σε εργοστάσια, στο πανεπιστήμιο, σε γραφεία εφημερίδων. Γύρω στις δύο το μεσημέρι ο Αλιέντε ήταν νεκρός στην «La Moneda», το προεδρικό μέγαρο. Ο θρύλος τον θέλει να αυτοκτόνησε με το ΑΚ-47 που του είχε χαρίσει ο Φιντέλ Κάστρο.

Αμέσως μετά άρχισε ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα στη σύγχρονη ιστορία της Λατινικής Αμερικής. Μαζικές συλλήψεις στελεχών και μελών της «Λαϊκής Ενότητας», εκτελέσεις επί τόπου άοπλων αγωνιστών, άγριοι ξυλοδαρμοί. Χαρακτηριστικό περιστατικό αποτελεί ο άγριος βασανισμός του τραγουδοποιού Βίκτορ Χάρα μέσα στο στάδιο το οποίο σήμερα φέρει το όνομά του. Αφού του έσπασαν όλα τα δάχτυλα και τον «καλούσαν» επί τρεις μέρες να παίξει κιθάρα και να τους τραγουδήσει, τελικά οι βασανιστές του τον εκτέλεσαν και τον πέταξαν σε ένα χαντάκι έξω από την πόλη.

Στρατόπεδα συγκέντρωσης, κολαστήρια βασανιστηρίων και εκτελέσεων δημιουργήθηκαν απ' άκρη σε άκρη σε όλη τη χώρα. Οι φρικαλεότητες της πρώτης κιόλας ημέρας του πραξικοπήματος καταγράφηκαν χαρακτηριστικά στην ανταπόκριση δύο Γερμανών ανταποκριτών της γερμανικής ραδιοφωνίας: «Μπροστά μας εκτέλεσαν 400 με 500. Ήταν η μεγαλύτερη ομάδα που εκτελέστηκε μέσα στο γήπεδο. Το άλλο που μπορούμε να πούμε είναι ότι ακούσαμε και είδαμε να σκοτώνουν τους ανθρώπους με το ξύλο. Δεν τους βασάνιζαν, τους χτυπούσαν μέχρι να πεθάνουν».Η παγκόσμια δημοκρατική κοινή γνώμη παρομοίασε τις μεθόδους του καθεστώτος Πινοτσέτ με εκείνες του ναζισμού: πνιγμοί κρατουμένων που τους είχαν δέσει τα χέρια στο νερό, ξερίζωμα των μελών με τανάλιες, επί τόπου τουφεκισμοί εργατών προς παραδειγματισμό όταν σε κάποιο ορυχείο κατέβηκαν σε απεργία λίγους μήνες μετά το πραξικόπημα. Ακόμη και σήμερα η εισαγγελία της Ισπανίας (με επικεφαλής τον δικαστή Μπαλτάσαρ Γκαρθόν) κάνει λόγο για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.

Οι νεκροί των πρώτων ημερών μετά το πραξικόπημα υπολογίστηκαν σε 30.000, ενώ οι κρατούμενοι σε φυλακές και στρατόπεδα στις 40.000. Η Βουλή και τα κόμματα καταργήθηκαν στο όνομα της «δημοκρατίας» και του «πατριωτισμού». Οι εθνικοποιημένες επιχειρήσεις αποδόθηκαν φυσικά ξανά στις ξένες πολυεθνικές και στους ντόπιους επιχειρηματίες. Κάθε δημοκρατικό δικαίωμα καταργήθηκε. Οι εκτελέσεις γίνονταν είτε μετά από δίκη στο στρατοδικείο είτε χωρίς καμιά διαδικασία. Συλλήψεις στα σπίτια, έλεγχοι οπουδήποτε και οποτεδήποτε. Η εγκύκλιος Νο 34/1973 της στρατιωτικής λογοκρισίας υπογράμμιζε ότι η λέξη obrero (εργάτης) έπρεπε να αντικατασταθεί σε όλες τις εφημερίδες και τα μέσα ενημέρωσης από τις λέξεις «χειρώναξ υπάλληλος», ενώ η λέξη compañero (σύντροφος) διαγράφηκε από το λεξιλόγιο.

Δεν υπάρχει βέβαια καμιά αμφιβολία ότι το πραξικόπημα και όσα ακολούθησαν ήταν ένα καλοστημένο και επεξεργασμένο σχέδιο της CIA. Διευθυντικά στελέχη των αμερικάνικων πολυεθνικών που εκμεταλλεύονταν τη Χιλή και τους Χιλιανούς ήταν συνήθως και πράκτορες της CIA. Aυτοί ενορχήστρωσαν την κλιμάκωση της αντίδρασης ενάντια στη «Λαϊκή Ενότητα» μέχρι το πραξικόπημα. Τεράστια ποσά δαπανήθηκαν για την ενίσχυση των μέσων ενημέρωσης των αντιδραστικών δυνάμεων, για τη στρατολογία ανθρώπων, την εξαγορά άλλων, για τη συγκρότηση νόμιμων και παράνομων οργανώσεων, για τις πλουσιοπάροχες αμοιβές των στελεχών και μελών τους.

Επιπλέον, οι ΗΠΑ στηρίχτηκαν στη συμφωνία αμοιβαίας στρατιωτικής βοήθειας που υπήρχε ανάμεσα στις δύο χώρες πριν την εκλογή του Αλιέντε και την οποία η κυβέρνηση της «Λαϊκής Ενότητας» δεν θέλησε να καταγγείλει. Έτσι, αξιωματικοί της Χιλής εκπαιδεύονταν από Αμερικανούς σε γνωστές σχολές δολοφόνων που διατηρούσαν οι ΗΠΑ στον Παναμά, στο Πουέρτο Ρίκο και αλλού, σχολές που ειδικεύονταν τόσο στα πραξικοπήματα, όσο και στην αντιμετώπιση και καταστολή των λαϊκών κινημάτων.Σήμερα γνωρίζουμε ότι υπήρχε κέντρο που συντόνιζε το στρατό, τα κόμματα της συντηρητικής αντιπολίτευσης, τις παράνομες ακροδεξιές οργανώσεις, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Στη Χιλή, εκτός από τη στρατιωτική αποστολή των ΗΠΑ, υπήρχαν 89 υπάλληλοι του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και σχεδόν 1.500 μυστικοί πράκτορες.

Η αντίδραση δεν ήθελε απλά μια ήττα του Αλιέντε. Ήθελε να καταφέρει ένα συντριπτικό πλήγμα στο λαϊκό κίνημα στη Χιλή, να κερδίσει μια στρατηγική νίκη, έτσι ώστε να κοπούν τα φτερά των Χιλιάνων και κατ’ επέκταση να κλείσει το «μέτωπο» της Λατινικής Αμερικής, το οποίο είχε ανοίξει το 1959 με την κουβανέζικη επανάσταση και έπαιρνε επικίνδυνες διαστάσεις με την επικράτηση του Αλιέντε στις εκλογές του 1970. Γι’ αυτό και είχε σχεδιαστεί η εξόντωση του πρωτοπόρου, του μαχητικού κομματιού του χιλιάνικου λαού.

Οι Αμερικάνοι δεν μπορούσαν να χωνέψουν το πρόγραμμα των σοσιαλιστικών μεταρρυθμίσεων της «Λαϊκής Ενότητας», ούτε να δεχτούν τις κρατικοποιήσεις μεγάλων εκτάσεων γης, των μεταλλείων της χώρας και των τραπεζών. «Αξιώνουμε να δημιουργήσουμε έναν διαφορετικό κόσμο, να αποδείξουμε ότι μπορούν να γίνουν βαθιές αλλαγές που αποτελούν επανάσταση. Πρέπει να δημιουργήσουμε μια κυβέρνηση δημοκρατική, εθνική, επαναστατική και λαϊκή που θα οδηγήσει στον Σοσιαλισμό», ήταν τα λόγια του Αλιέντε στην ομιλία του μετά τις εκλογές, κάνοντας τον Λευκό Οίκο να ανατριχιάζει. Άλλο μεγάλο αγκάθι ήταν το άνοιγμα που είχε κάνει ο Αλιέντε στην εξωτερική πολιτική της Χιλής, συνάπτοντας σχέσεις με την Κίνα και την Κούβα. 


Η θέληση του προέδρου της Χιλής να προχωρήσει στην εκδίωξη των Αμερικανικών εταιρειών που εκμεταλλεύονταν τα μεταλλεία χαλκού, ήταν η σταγόνα που χρειαζόταν ο Νίξον για να πάρει την απόφαση να ανατρέψει το νόμιμα εκλεγμένο καθεστώς. Το έργο λοιπόν ανατέθηκε – σε ποιόν άλλο; – στον Χένρι Κίσινγκερ.Ένα περίπου χρόνο μετά την εκλογή του Αλιέντε άρχισαν οι πρώτες οικονομικές δυσκολίες. Κύριος λόγος ήταν «ο αόρατος οικονομικός αποκλεισμός» που είχαν επιβάλλει οι ΗΠΑ. Πρόβλημα επίσης αποτελούσε και το μεγάλο εξωτερικό χρέος της Χιλής για το οποίο πλήρωνε κάθε χρόνο 200.000.000 δολάρια. Σε συνάρτηση με την πτώση της τιμής του χαλκού, το κύριο προς εξαγωγή προϊόν, το οποίο είχε σαν συνέπεια τη μείωση των κρατικών εσόδων κατά 240.000.000 δολάρια το χρόνο, έφερνε τη Χιλή σε ολοένα και χειρότερη οικονομική κατάσταση. Έτσι ξεκίνησαν οι πρώτες αντιδράσεις οι οποίες είχαν σα στόχο να κλονίσουν την επιρροή της «Λαϊκής Ενότητας». Με διάφορες αφορμές και προσχήματα, διαδηλώσεις υποκινούμενες από την αντιπολίτευση διαδέχονταν η μία την άλλη, με αποκορύφωμα τα περίφημα «cacerolazos», τις διαμαρτυρίες των γυναικών που έβγαιναν στους δρόμους χτυπώντας τις κατσαρόλες τους. Τον Οκτώβριο του 1972 ξεκινά απεργία η Ομοσπονδία Ιδιοκτητών Φορτηγών Αυτοκινήτων η οποία διήρκεσε ένα μήνα παραλύοντας τη χώρα.

Για την εκτόνωση της κατάστασης γίνεται ανασχηματισμός της κυβέρνησης. Στο νέο υπουργικό συμβούλιο συμμετείχαν τρεις στρατιωτικοί, ανάμεσά τους και ο αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων στρατηγός Πρατς. Εκλογές διενεργήθηκαν ξανά το Μάρτιο του 1973. Η «Unidad Popular» έλαβε το 44% των ψήφων, 6% λιγότερο από τις δημοτικές του ’71. Η αντιπολίτευση όμως, παρά την εκλογική της ήττα, καθοδηγεί την απεργία στα μεταλλεία χαλκού. Μετά από αντικυβερνητικές διαδηλώσεις και συγκρούσεις στους δρόμους με οπαδούς της κυβέρνησης, τον Ιούλιο του 1973 υπήρξε απόπειρα πραξικοπήματος, την οποία όμως κατέστειλε ο αρχηγός του στρατού στρατηγός Πρατς. Μετά την καταστολή, ο Πράτς συμβούλεψε τον Αλιέντε να μοιράσει όπλα στον λαό. Ο Αλιέντε όμως πιστός στις αξίες του, του απάντησε: «Όχι. Αυτή η επανάσταση θα γίνει χωρίς σταγόνα αίμα. Βασίζεται σε αξίες και όχι στην βία».

Ήταν η αρχή του τέλους. Ο Πρατς παραιτείται και τον διαδέχεται ο Αουγκούστο Πινοτσέτ. Λίγες μέρες αργότερα οι ιδιοκτήτες των φορτηγών κατεβαίνουν σε νέα απεργία, η οποία συνοδεύεται από δολοφονίες και εμπρησμούς εργοστασίων. Μέχρι που φτάνει η 11η του Σεπτέμβρη για να δώσει η βαρβαρότητα τη θέση της στο όνειρο, ο φασισμός και η βία να στοιχειώσουν το όραμα του Αλιέντε και των Χιλιάνων για ένα καλύτερο αύριο, ένα αύριο που παρέμεινε στο σκοτάδι για πολλά χρόνια, ως τη στιγμή που ο λαός της Χιλής κατάφερε να ξετινάξει από πάνω του το ζυγό του δικτάτορα Πινοτσέτ και τραγούδησε ξανά στους δρόμους του Σαντιάγο, της Κονσεπσιόν, του Βαλπαραΐσο, της Τάλκα, του Τεμούκο και της Ρανκάγουα τους στίχους του Πάμπλο Μιλανές: «Yo pisare las calles nuevamente, de lo que fue Santiago ensangrentada, y en una hermosa plaza liberada, me detendre a llorar por los ausentes…» (Θα ξαναπατήσω τους δρόμους του Σαντιάγο που αιμορραγούσε και σε μια υπέροχη ελεύθερη πλατεία, θα σταματήσω για να κλάψω για αυτούς που είναι απόντες).

Σήμερα η εικόνα του Αλιέντε διατηρείται ζωντανή στη μνήμη του χιλιανού λαού. Η ζωντάνια, το κέφι, η διάθεσή του για ζωή αλλά και η πρόθεσή του να καταφέρει το αδύνατο. Η εικόνα και η φωνή του ανθρώπου που προσπάθησε να αλλάξει τους νόμους της πολιτικής υπέρ των φτωχότερων. Το παρελθόν δε χάνεται. Καθρεφτίζεται μέσα στο όραμα του ανθρώπου που θέλησε να κάνει πραγματικότητα την ουτοπία για ένα κόσμο πιο δίκαιο, πιο ελεύθερο, δημιουργώντας ένα μαζικό κίνημα και μια ειρηνική επανάσταση μέσα σε μια Λατινική Αμερική όπου κυριαρχούσαν η βία και οι ΗΠΑ. Που δεν ξέχασε τις υποσχέσεις του. Που στάθηκε όρθιος δίπλα στο λαό του μέχρι την τραγωδία του τέλους. Η 11η Σεπτεμβρίου είναι ακόμα παρούσα. Ο Σαλβαδόρ Αλιέντε αγάπησε τη ζωή αλλά και η ζωή τον αγάπησε. Με αυτή τη ζωή στο μυαλό θέλησε να ενεργήσει, να σκεφτεί και να ανακαλύψει το μέλλον. Το παρελθόν δεν χάνεται...







Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου



Σχολιάστε εδώ

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...